8 Φεβ 2009

Θαλάσσιες Προστατευόμενες Περιοχές: Μια πρόταση για το θαλάσσιο περιβάλλον και την οικονομία




Των:
Νίκη ΠΑΡΔΑΛΟΥ,
Χριστίνα ΚΟΝΤΑΞΗ,
Νίκου ΧΡΥΣΟΓΕΛΟΥ
Δίκτυο ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ SOS

Παρακολούθηση της κατάστασης των θαλασσών με …ασυνέχειες

Η χώρα μας στο πλαίσιο των διεθνών της υποχρεώσεων (πχ. υποβολή στοιχείων στο Πρόγραμμα του ΟΗΕ για το Περιβάλλον) πρέπει να παρακολουθεί την ποιότητα των θαλάσσιων οικοσυστημάτων και να υποβάλει στοιχεία στο MEDPOL που αφορά τη ρύπανση και μόλυνση των θαλασσών. Αναλύσεις πρέπει να γίνονται για μικροβιακή μόλυνση, θρεπτικά συστατικά (ευτροφισμός), μέταλλα και πετρελαϊκούς υδρογονάνθρακες, σε μύδια, ψάρια, νερά και ιζήματα του βυθού, ώστε να υπάρχει μια πλήρης εικόνα ως προς την ρύπανση. Δεν αρκούν οι αναλύσεις στα νερά για να αποκτήσουμε πλήρη εικόνα, μια και ορισμένες τοξικές ουσίες που στο νερό της θάλασσας μπορεί να είναι σε πολύ μικρές συγκεντρώσεις έχουν την ιδιότητα να βιο-συσσωρεύονται και να φτάνουν σε πολύ υψηλές συγκεντρώσεις (επικίνδυνες για την υγεία ή και θανατηφόρες δόσεις) σε κάποια είδη μέσω της τροφικής αλυσίδας.

Δυστυχώς, για το διάστημα μετά το 1999 έως το 2004 οι μετρήσεις δεν έγιναν και γενικότερα το πρόγραμμα διακόπηκε λόγω απουσίας χρηματοδότησης, αποδεικνύοντας για άλλη μια φορά ότι δεν είμαστε συνεπείς ως χώρα στις διεθνείς υποχρεώσεις μας για το περιβάλλον. Οι μετρήσεις και αναλύσεις επαναλήφτηκαν για δύο χρόνια, το 2004 και το 2005 και μετά σταμάτησαν ξανά.

Αν δεν υπάρχει συστηματική παρακολούθηση της κατάστασης στις πιο επιβαρυμένες ή πιο ευάλωτες περιοχές πώς θα ξέρουν τόσο οι πολίτες όσο και οι υπηρεσίες ποια είναι η κατάσταση του περιβάλλοντος και πως μπορούν να σχεδιαστούν αποτελεσματικές περιβαλλοντικές πολιτικές; Πολύ περισσότερο, πώς μπορεί να υπάρξει ένας Θαλάσσιος Χωροταξικός Σχεδιασμός, όπως προωθούν ήδη αρκετά ευρωπαϊκά κράτη αλλά με την πρόσφατη Ανακοίνωσή της στις 25/11/2008 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή; Πώς μπορεί να εφαρμοστεί η Ολοκληρωμένη Θαλάσσια Πολιτική και η Οδηγία Πλαίσιο για τις Θαλάσσιες Στρατηγικές 2008/56; Αν, όμως, δεν είμαστε συνεπείς ως χώρα για τις συμβατικές μας υποχρεώσεις πώς μπορούμε να περάσουμε σε πιο καινοτόμους προσεγγίσεις για την πραγματική κατάσταση των οικοσυστημάτων αλλά και για την αποκατάσταση της θαλάσσιας βιοποικιλότητας;

Η προσέγγιση του οικοσυστήματος

Ως χώρα αντιμετωπίζουμε τεράστιες δυσκολίες στην αξιόπιστη λειτουργία ενός συστήματος παρακολούθησης της ποιότητας των νερών (υπόγειων, επιφανειακών, παράκτιων και θαλάσσιων) με βάση τις υποχρεώσεις που προκύπτουν από παλιότερες Συνθήκες, ευρωπαϊκές και διεθνείς υποχρεώσεις. Σήμερα, όμως, έχουν προωθηθεί και νέες αντιλήψεις και υποχρεώσεις για την παρακολούθηση της κατάστασης των οικοσυστημάτων που βασίζονται στην «προσέγγιση του οικοσυστήματος». Η εικόνα ακόμα και αν γίνονταν κανονικά οι μετρήσεις και παρακολούθηση φυσικοχημικών παραμέτρων δεν μπορεί να είναι πλήρης, όπως αποδεικνύεται τις τελευταίες δεκαετίες. Μια περιοχή που δεν έχει ρύπανση με τοξικές ουσίες δεν είναι κατά ανάγκη σε καλή (οικολογική) κατάσταση. Γι αυτό οι επιστήμονες αλλά και η ΕΕ προχωρούν σε πιο ολοκληρωμένες προσεγγίσεις, εισάγουν περισσότερες παραμέτρους όπως για παράδειγμα οι οικολογικοί δείκτες, το οικολογικό στρες, η κατάσταση από άποψη βιοποικιλότητας, η κατάσταση των ιχθυο-αποθεμάτων, η παρουσία απορριμμάτων κα ώστε να έχουμε μια πιο ξεκάθαρη εικόνα της κατάστασης μιας θαλάσσιας περιοχής.

Ένα νέο αλλά όχι τόσο …νέο εργαλείο

Η «προσέγγιση του οικοσυστήματος» είναι ένα σχετικά πρόσφατο εργαλείο, μια νέα προσέγγιση για να εξετάσουμε τις επιπτώσεις στο περιβάλλον και την κοινωνία από ανθρώπινες ενέργειες ή παραλήψεις και κυρίως για να μπορέσουμε να λάβουμε αποφάσεις που θα διαμορφώσουν ένα πιο βιώσιμο μέλλον. Μέχρι πρόσφατα, όταν μιλούσαμε για την κατάσταση του περιβάλλοντος επικεντρώναμε την προσοχή μας σε περιορισμένους, αποκομμένους δείκτες -παραμέτρους. Θεωρούσαμε μέχρι πρόσφατα μη-επιβαρυμένη μια περιοχή αν οι αναλύσεις έδειχναν, για παράδειγμα, απουσία τοξικών ρύπων ή συγκεντρώσεις βαρέων μετάλλων και άλλων τοξικών ουσιών που δεν ξεπερνούσαν κάποια όρια που είχαν τεθεί στη βάση κάποιων, κυρίως οικονομικό-κοινωνικών κριτηρίων. Το ίδιο ίσχυε και για τη συγκέντρωση κάποιων παθογόνων οργανισμών στα νερά. Σε γενικές γραμμές θα έλεγε κανείς ότι μέχρι τώρα η έρευνα έμοιαζε αποσπασματική γιατί προσέγγιζε τα θέματα όχι με ανάλυση σε βάθος και σύνθεση, αλλά μέσα από εξέταση ορισμένων επιμέρους δεικτών που δεν δείχνουν, όμως, την πραγματική, συνολική εικόνα.

Επίσης, απουσίαζε η σύνθεση διαφορετικών ερευνών και ειδικοτήτων, για να μπορούμε να έχουμε μια ολοκληρωμένη εικόνα για την κατάσταση ενός οικοσυστήματος, τους φυσικοχημικούς και οικολογικούς δείκτες του, την κοινωνική και οικονομική υγεία του.
Η Σύμβαση για τη Βιοποικιλότητα (CBD) ορίζει την «προσέγγιση του οικοσυστήματος» ως μια «στρατηγική για την ολοκληρωμένη διαχείριση της γης, του νερού και των ζωντανών πόρων που προωθεί την διατήρηση και βιώσιμη χρήση τους με ένα δίκαιο τρόπο». Η Σύμβαση για τη Βιοποικιλότητα αναγνωρίζει επίσης ότι «οι άνθρωποι, με την πολιτισμική ποικιλότητά τους, είναι ένα αναπόσπαστο στοιχείο των οικοσυστημάτων».

Η προσέγγιση του οικοσυστήματος εφαρμόζεται ήδη από πολλά πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα διεθνώς αλλά αποτελεί και εργαλείο πολιτικής στο πλαίσιο νέων περιβαλλοντικών στρατηγικών. Η «προσέγγιση του οικοσυστήματος» αποτελούσε ένα από τα κύρια σημεία τριβής μεταξύ των κυβερνήσεων στην Παγκόσμια Διάσκεψη για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη, που οργάνωσε ο ΟΗΕ, στο Γιοχάνεσμπουργκ, το 2002. Κείμενα πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης βασίζονται όλο και περισσότερο στην «προσέγγιση του οικοσυστήματος» και όχι πλέον στην ανάλυση κάποιων επιμέρους περιβαλλοντικών δεικτών. Η Οδηγία Πλαίσιο για τα Νερά 2000/60 αλλά πρόσφατα και η Οδηγία Πλαίσιο για τις Θαλάσσιες Στρατηγικές ακολουθούν τη νέα, καινοτόμο αντίληψη της «προσέγγισης του οικοσυστήματος», σύμφωνα με την οποία οι χώρες πρέπει να εξετάζουν όλες τις πιέσεις και τις συνέπειες σε ένα οικοσύστημα, καθώς και τις βέλτιστες διαθέσιμες επιστημονικές γνώσεις για αυτές, πριν θέσουν τις προτεραιότητες και τα αντικείμενα των θαλάσσιων πολιτικών. Τα κράτη μέλη πρέπει να εξετάζουν το συνολικό οικοσύστημα και να αντιμετωπίζουν συνολικά τα κύρια και πιο σοβαρά προβλήματα πρώτα, χωρίς όμως να αγνοούν το υπόλοιπα προβλήματα.

Η Οδηγία Πλαίσιο για τα Νερά, 2000/60, που ενσωματώνει ακριβώς αυτή τη νέα κουλτούρα στον τρόπο διαχείρισης των υδατικών πόρων, υποχρεώνει στην ολοκληρωμένη διαχείριση των νερών σε επίπεδο υδρολογικής λεκάνης, δηλαδή ενός ενιαίου οικοσυστήματος, μέσα από συμμετοχικές διαδικασίες και ενιαία σχέδια διαχείρισης. Η ανάλυση της ποιότητας των νερών δεν βασίζεται πλέον, σύμφωνα με την Οδηγία, μόνο σε φυσικοχημικές παραμέτρους αλλά και σε οικολογικούς δείκτες που πρέπει να παρακολουθούνται συστηματικά για όλα τα νερά. Επίσης, η Οδηγία επιδιώκει την καλή ποιότητα των νερών και της επάρκειά τους όχι μόνο για τις ανθρώπινες κοινωνίες αλλά και τα φυσικά συστήματα.

Δίκτυο Θαλάσσιων Προστατευόμενων Περιοχών

Η Οδηγία Πλαίσιο για την Θαλάσσια Στρατηγική 2008/56 καλεί για ειδικά προστατευτικά μέτρα για τη δημιουργία συνεκτικών και αντιπροσωπευτικών δικτύων θαλάσσιων προστατευόμενων περιοχών. Τα κράτη μέλη πρέπει να αναλάβουν τις ευθύνες τους απέναντι σε ειδικά οικοσυστήματα και να πάρουν ειδικά μέτρα τα οποία δε θα περιορίζονται στα είδη προτεραιότητας και τους οικοτόπους που περιλαμβάνονται στην Οδηγία «Οικότοποι» και στην Οδηγία «Πτηνά», όπως αυτές καθορίσθηκαν από το δίκτυο περιοχών NATURA. Στον κατάλογο πρέπει να προστεθούν είδη και ενδιαιτήματα που περιλαμβάνονται σε διεθνείς συνθήκες όπως η Σύμβαση OSPAR για το θαλάσσιο περιβάλλον του Β. Ατλαντικού και η Σύμβαση του Ελσίνκι για το θαλάσσιο περιβάλλον της Βαλτικής.

Το Δίκτυο ΝΑTURA 2000 ήταν το κύριο εργαλείο προκειμένου να σταματήσει η απώλεια της βιοποικιλότητας στην ΕΕ μέχρι το 2010 και να επιβιώσουν τα πιο απειλούμενα είδη και οικότοποι. Το δίκτυο στην ξηρά έχει σχεδόν ολοκληρωθεί, τουλάχιστον στα χαρτιά, στις περισσότερες χώρες, και καλύπτει συνολικά 800.000 km².

Το δίκτυο των περιοχών NATURA 2000 καλύπτει περίπου το 20% των εδαφών της ΕΕ αλλά μόνο 1800 από τις 25.000 φυσικές αυτές περιοχές είναι εν μέρει ή πλήρως θαλάσσιες περιοχές (καλύπτοντας έκταση 100.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων του ευρωπαϊκού θαλάσσιου περιβάλλοντος). Οι περιοχές αυτές συνήθως αποτελούν επέκταση χερσαίας τοποθεσίας και εμπίπτουν στα χωρικά ύδατα (μέχρι 12 μίλια). Είναι χαρακτηριστικό ότι μόνο 40 περιοχές NATURA 2000 περιλαμβάνουν νερά που είναι σε απόσταση μεγαλύτερη από 12 ναυτικά μίλια από την ακτή. Για να αντιμετωπίσει την μείωση της βιοποικιλότητας στη θάλασσα, η ΕΕ δίνει έμφαση τώρα στη δημιουργία νέων θαλάσσιων προστατευόμενων περιοχών. Τα κράτη μέλη είχαν την υποχρέωση μέχρι τα τέλη του 2008 να υποβάλουν προτάσεις για επιπλέον θαλάσσιες περιοχές.

Ο μικρός αριθμός οφείλεται σε επιστημονικές ελλείψεις και απουσία πολιτικού ενδιαφέροντος από πολλές κυβερνήσεις καθώς και σε νομικές αβεβαιότητες για τις θαλάσσιες περιοχές. Μια αιτία ήταν το υψηλό κόστος έρευνας σε θαλάσσιες περιοχές, κάτι που οδηγεί σε απουσία επιστημονικής γνώσης για τις ποσότητες και την κατανομή των ειδών και των οικοτόπων.

Οι νομικές αβεβαιότητες έχουν πλέον διευκρινιστεί και η ΕΕ θεωρεί ότι η υποχρέωση των κρατών μελών να καθορίζουν προστατευόμενες περιοχές καλύπτει πλήρως τα όρια της. Η Ευρωπαϊκή Ένωση ζητάει πλέον από τα κράτη μέλη της να προσδιορίσουν προστατευόμενες θαλάσσιες περιοχές στη συνολική επικράτεια των κρατών μελών, που καλύπτεται από την Συνθήκη, δηλαδή στα νερά και το βυθό στον οποίο τα κράτη μέλη ασκούν κάποια μορφή κυριαρχικών ή νομικών δικαιωμάτων. Τέτοια είναι, για παράδειγμα, τα χωρικά ύδατα, η Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ), οι ζώνες προστασίας της αλιείας, οι προστατευόμενες οικολογικές ζώνες και οι ηπειρωτικές πλατφόρμες.

Η περιοχή μπορεί να επεκτείνεται έως και τα 200 μίλια από την ακτή ή τα 350 μίλια συμπεριλαμβανομένης και της υφαλοκρηπίδας στον Ατλαντικό, τη Β. Θάλασσα, τη Βαλτική και τη Μαύρη Θάλασσα. Στη Μεσόγειο οι Αποκλειστικές Οικονομικές Ζώνες ή άλλες οριοθετήσεις στη θάλασσα περιορίζονται σε ορισμένα κράτη μέλη δεδομένου ότι οι θαλάσσιες ζώνες στην πλειονότητα τους αποτελούν διεθνή ύδατα. Οι περισσότερες θαλάσσιες περιοχές NATURA 2000 θα εμπίπτουν στη ζώνη των 12 μιλίων. Ορισμένες διατάξεις επιτρέπουν τον καθορισμό προστατευόμενων περιοχών ακόμα και εκτός των χωρικών υδάτων.

Οι θαλάσσιες προστατευόμενες περιοχές θα πρέπει να περιλαμβάνουν είδη και οικοτόπους, όπως αυτοί καθορίζονται στις 2 Οδηγίες για τους Οικοτόπους και τα Πτηνά, συμπεριλαμβανομένων των αμμοσυρτών που καλύπτονται συνεχώς από θαλάσσιο νερό μικρού βάθους, αμμωδών υφάλων, των υφάλων ψυχρών νερών, 20 ειδών χελωνών και θαλάσσιων κητωδών (φαλαινών, δελφινιών και φωκιών) όπως επίσης και αρκετών ειδών μεταναστευτικών ψαριών και πουλιών. Την τελευταία δεκαετία έχουν υλοποιηθεί τουλάχιστον 50 επιστημονικά προγράμματα με την υποστήριξη του LIFE, με στόχο τη συλλογή στοιχείων και την ταυτοποίηση περιοχών που θα μπορούσαν να συμπεριληφθούν στο δίκτυο των περιοχών NATURA. Για πρώτη φορά πολλά προγράμματα έχουν συνεισφέρει περιβαλλοντικά δεδομένα για μεγάλες περιοχές των ευρωπαϊκών θαλασσών. Για παράδειγμα, σήμερα έχουν συγκεντρωθεί στοιχεία για την κατανομή και τις μετακινήσεις κητωδών – φάλαινες και δελφίνια – για μια θαλάσσια έκταση που φτάνει τα 1.000.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα (κυρίως Βόρεια Θάλασσα και τον Ευρωπαϊκό Ατλαντικό). Συγκεντρώθηκαν, επίσης, στοιχεία για την σύλληψη στα δίκτυα των ψαράδων (bycatch) και άλλων ειδών εκτός από τα ψάρια. Σύμφωνα με τα στοιχεία που προέκυψαν από ένα εργαλείο σε ηλεκτρονικό υπολογιστή, υπολογίστηκε ότι συλλαμβάνονται κατά λάθος σε δίκτυα μέχρι το 1,5% των ειδών.

Θέματα που θα πρέπει να απασχολήσουν, επίσης, τα κράτη μέλη είναι η διαχείριση των περιοχών και η βιώσιμη χρήση των φυσικών πόρων, ιδιαίτερα σε σχέση με την αλιεία, τις μεταφορές, τον τουρισμό, η υποθαλάσσια ηχορύπανση (πχ από ορισμένους τύπους σκαφών) και άλλες μορφές ρύπανσης, η αστικοποίηση των ακτών, οι βιομηχανικές δραστηριότητες, η εξόρυξη μετάλλων και πετρελαίου, η παραγωγή ενέργειας από τον άνεμο και τα κύματα, η σεισμική έρευνα.

Οι θαλάσσιες περιοχές NATURA 2000 πρέπει να αντιπροσωπεύουν έναν ικανοποιητικό αριθμό από τους οικότοπους και τα είδη προτεραιότητας, και πρέπει να αποτελούν ένα συνεκτικό δίκτυο γύρω από τις ευρωπαϊκές θάλασσες, να έχουν ικανοποιητική έκταση (πιθανώς με τη δημιουργία και ενδιάμεσων ζωνών), να μην δημιουργούν διακρίσεις, να μην προσβάλουν τα δικαιώματα ενός άλλου κράτους (η ΕΕ προτείνει να υπάρχει συνεργασία μεταξύ των διαφόρων κρατών για τη δημιουργία θαλάσσιων ζωνών που θα μπορούν να επεκτείνονται σε περισσότερες ΑΟΖ και να εφαρμόζονται τα ίδια μέτρα προστασίας για τα ίδια είδη και ενδιαιτήματα και όχι να υπάρχουν διαφορετικές πολιτικές σε κάθε χώρα).

Οι προτάσεις των κρατών μελών θα αξιολογηθούν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή με τη βοήθεια του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος και θα συζητηθούν με τα κράτη μέλη και τους κοινωνικούς εταίρους στη βάση των επιστημονικών κριτηρίων. Μακροπρόθεσμα, η ΕΕ καλεί σε δημιουργία θαλάσσιων προστατευόμενων περιοχών έξω από τα χωρικά ύδατα των κρατών μελών στη βάση της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τη Βιοποικιλότητα (CBD).

Θαλάσσιες προστατευόμενες περιοχές σε νερά με μεγάλο βάθος

Μέχρι σήμερα λίγες ευρωπαϊκές χώρες έχουν προτείνει θαλάσσιες προστατευόμενες περιοχές με νερά μεγάλου βάθους. Η Ιρλανδία ήταν η πρώτη χώρα που υπέβαλλε αίτημα (το 2006) για μια τέτοια τοποθεσία. Η Ιρλανδική κυβέρνηση ζήτησε από την ευρωπαϊκή Επιτροπή να εντάξει 4 τοποθεσίες στο δίκτυο θαλάσσιων περιοχών NATURA 2000 για να προστατευθούν τα κοράλλια που βρίσκονται σε μεγάλα βάθη της θάλασσας. Το σχέδιο περιλάμβανε μεταξύ άλλων και απαγόρευση όλων των τύπων αλιείας σε αυτές τις 4 ζώνες. Μετά από διαβούλευση που κράτησε αρκετά, το Συμβούλιο Αλιείας της ΕΕ αποφάσισε, με βάση τη γνώμη της Επιτροπής και τις γνωμοδοτήσεις επιστημονικών φορέων, να ανταποκριθεί στο αίτημα της Ιρλανδίας, προτείνοντας την απαγόρευση χρήσης τρατών βυθού. Η αλιεία στα επιφανειακά νερά δεν έχει απαγορευτεί.

Προστασία θαλασσών και ευημερία τοπικών κοινωνιών

Μπορεί σε κάποιες περιοχές να απαγορεύεται η αλιεία και οι ψαράδες να είναι ευτυχισμένοι; Ναι, γιατί αν αυτό γίνεται σε συνεργασία με τους ψαράδες, συνοδεύεται από συμπληρωματικά μέτρα, στοχεύει στο φυσικό επανεμπλουτισμό της θάλασσας και δημιουργεί συμπληρωματικά εισοδήματα.

Στην Ιταλία το κατάλαβαν και τα τελευταία χρόνια δίνουν μεγάλη έμφαση στη δημιουργία θαλάσσιων προστατευόμενων περιοχών με διπλό στόχο: αποκατάσταση της θαλάσσιας βιοποικιλότητας, του πλούτου της θάλασσας και διασφάλιση της τοπικής ευημερίας και κυρίως του επαγγέλματος των παράκτιων αλιέων.

Η δημιουργία θαλάσσιων προστατευόμενων περιοχών μπορεί να συμβάλλει στη διατήρηση της θαλάσσιας βιοποικιλότητας και την μακροχρόνια ευημερία των τοπικών περιοχών. Η διαχείριση αυτών των περιοχών απαιτεί, όμως, σχήματα διοίκησης και πολιτικές που λαμβάνουν υπόψη όλες τις ανθρώπινες δραστηριότητες οι οποίες έχουν επιπτώσεις στη θαλάσσια ζωή.

Το νερό της θάλασσας είναι περίπου 800 φορές πυκνότερο από τον αέρα, και έχει έτσι μια πολύ μεγαλύτερη ικανότητα να αναστείλει, να στηρίξει και να μεταφέρει μόρια, ρύπους, μικρούς ή μεγάλους οργανισμούς.

Παρά το μεγάλο μήκος των ακτών και τις απέραντες αποστάσεις των ωκεανών, τα θαλάσσια οικοσυστήματα συνδέονται συχνά στενά το ένα με το άλλο όπως και με τις δραστηριότητες που λαμβάνουν χώρα στη ξηρά.

Για αυτό τον λόγο, υπάρχει ακόμα μεγαλύτερη ανάγκη, συγκριτικά με την ξηρά, να δημιουργηθούν Θαλάσσιες Προστατευόμενες Περιοχές που να είναι αναπόσπαστο τμήμα της ευρύτερης διαχείρισης, προστασίας και βιώσιμης χρήσης των φυσικών πόρων κάθε χώρας.

Γιατί χρειαζόμαστε Θαλάσσιες Προστατευόμενες Περιοχές (ΘΠΠ);

Δεν είναι μόνο πεποίθηση των ψαράδων αλλά και διαπίστωση σημαντικών ερευνών τα τελευταία χρόνια: ο πλούτος της θάλασσας παγκοσμίως μειώνεται ραγδαία και ορισμένα είδη κινδυνεύουν σοβαρά. Η διαπίστωση αυτή ισχύει και για τις θάλασσες στην περιοχή μας. Ήδη σημαντικό ποσοστό των θαλασσινών ειδών που καταναλώνουμε προέρχεται από ιχθυοκαλλιέργειες. Είδη που υπήρχαν σε αφθονία παλιότερα, σήμερα σπάνια βρίσκονται στα δίκτυα των ψαράδων.

Για να σταματήσει η μείωση της θαλάσσιας βιοποικιλότητας, να επανακάμψουν τα θαλάσσια είδη και να διαχειριστούμε σωστά τους θαλάσσιους πόρους, πρέπει αφενός να μειώσουμε τις καταστροφικές παρεμβάσεις (ρύπανση, υπεραλίευση, καταστροφικά μέσα αλιείας) και να καθιερώσουμε δίκτυα Θαλάσσιων Προστατευόμενων Περιοχών που θα καλύπτουν ίσως και το 20 έως 30% των θαλασσών και των ωκεανών μας.

Σε αυτές τις περιοχές επιτρέπονται διαφορετικές χρήσεις και επίπεδα προστασίας, όπως καταφύγια θαλάσσιων ειδών, περιοχές με ορισμένους περιορισμούς ή περιοχές απόλυτης προστασίας, και αφορούν σε διαφορετικές κατηγορίες θαλάσσιων και παράκτιων οικοσυστημάτων, βιοτόπων και ειδών. Το ποσοστό των πλήρως προστατευόμενων περιοχών σε σχέση με τις λιγότερο αυστηρά προστατευόμενες περιοχές μέσα σε ένα θαλάσσιο καταφύγιο ή θαλάσσια προστατευόμενη περιοχή εξαρτιέται από το βαθμό της προστασίας και αποκατάστασης που επιδιώκεται και το επίπεδο μείωσης των θαλάσσιων πόρων μιας περιοχής, μέσα από ένα διάλογο των τοπικών φορέων και με βάση τα επιστημονικά στοιχεία που συλλέγονται. Οι θαλάσσιες προστατευόμενες περιοχές μπορούν να αποφέρουν σε μεσοπρόθεσμο επίπεδο σημαντικά οικονομικά οφέλη μόλις ανακτήσουν τα θαλάσσια οικοσυστήματα την παραγωγικότητά τους και το δυναμισμό τους ενώ ταυτόχρονα συμβάλλουν στο να μειωθεί η υποβάθμιση των παράκτιων και θαλάσσιων βιότοπων, να επιβραδυνθεί η απώλεια απειλούμενων θαλάσσιων ειδών, και να αποκατασταθεί η αλιεία. Μια Θαλάσσια Προστατευόμενη Περιοχή δημιουργεί προϋποθέσεις για νέες, βιώσιμες οικονομικές δραστηριότητες και πράσινα επαγγέλματα που δεν έχουν αναπτυχθεί σήμερα.

Πως διαμορφώνεται ένα σχέδιο για μια θαλάσσια προστατευόμενη περιοχή;

Αν και υπάρχουν σε εξέλιξη και σχέδια για μεγάλες θαλάσσιες προστατευόμενες περιοχές, οι περισσότερες χώρες και περιοχές έχουν μόλις αρχίσει να αναπτύσσουν και να θεσμοθετούν μικρές Θαλάσσιες Προστατευόμενες Περιοχές. Η διαμόρφωση μιας στρατηγικής και ενός σχεδίου με τη συμμετοχή των τοπικών κοινωνιών απαιτεί χρόνο, δομημένο διάλογο με τους κοινωνικούς εταίρους και μεταφορά εμπειρίας και καλών παραδειγμάτων.

Η μέχρι σήμερα εμπειρία του Δικτύου ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ SOS δείχνει ότι μεταξύ των παράκτιων ψαράδων (τοπικοί σύλλογοι, Συνομοσπονδία Παράκτιων Αλιέων) έχει διαμορφωθεί θετικό κλίμα για την προώθηση παρόμοιων σχεδίων, αν και η πολιτική ηγεσία (υπουργεία ΠΕΧΩΔΕ, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων) δεν έχει ανταποκριθεί σε προτάσεις που έχουν διατυπώσει ΜΚΟ (Δίκτυο ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ SOS, WWF, GREENPEACE) και οι ψαράδες.

Ορισμένες χώρες ξεκινούν με την θεσμοθέτηση και στήριξη περιορισμένου αριθμού περιοχών ώστε να κερδιθεί εμπειρία που θα χρησιμοποιηθεί αργότερα για την επέκταση του δικτύου. Σημαντικό ρόλο στην Ιταλία έπαιξε η διαμόρφωση ισχυρών οικονομικών και άλλων κινήτρων για τη δημιουργία αυτών των περιοχών. Σίγουρα στον σχεδιασμό πρέπει να περιλαμβάνονται εργαλεία και μέτρα που θα βοηθήσουν τις τοπικές κοινωνίες να αποκτήσουν συμπληρωματικά εισοδήματα κυρίως την μεταβατική περίοδο που θα χρειαστεί μέχρι να φανούν τα αποτελέσματα (αύξηση του πληθυσμού των ψαριών, προσέλκυση τουριστών σε οικολογικές ξεναγήσεις στο θαλάσσιο περιβάλλον, επιστημονική παρατήρηση κα).

Αυτές οι πρώτες περιοχές λειτουργούν ως καλό παράδειγμα για επίδειξη και βελτίωση των πολιτικών και των διαχειριστικών σχεδίων.

Δικτύωση περιοχών

Οι μεμονωμένες θαλάσσιες περιοχές μπορούν στην πορεία να αποτελέσουν ένα ευρύτερο δίκτυο, κατ’ αρχή σε εθνικό επίπεδο και στη συνέχεια σε μεσογειακό επίπεδο, να λειτουργούν δηλαδή συνεργατικά, σε διάφορες χωρικές κλίμακες, και με μια σειρά επιπέδων προστασίας, προκειμένου να εκπληρωθούν οι οικολογικοί στόχοι αποτελεσματικότερα και περιεκτικότερα από ότι θα γινόταν στη περίπτωση μεμονωμένων περιοχών. Ήδη υπάρχουν σχετικές πρωτοβουλίες.

Λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι δύσκολος ο συντονισμός μεταξύ πολλών χωρών απευθείας, είναι προτιμότερο ένα μεσογειακό σύστημα Θαλάσσιων Προστατευόμενων Περιοχών να αποτελείται από εθνικά και περιφερειακά δίκτυα που συνεργάζονται μεταξύ τους.

Κοινή διαχείριση οικοσυστημάτων στην ξηρά και στη θάλασσα

Η διαχείριση ενός θαλάσσιου οικοσυστήματος στα όρια των τοπικών διοικητικών συνόρων ή ακόμα και των εθνικών συνόρων συχνά δεν είναι αποτελεσματική. Πολλές φορές απαιτείται διαπεριφερειακή ή και διακρατική συνεργασία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το τριεθνές θαλάσσιο πάρκο “RAMOGE” που έχει δημιουργηθεί με τη συνεργασία Γαλλίας, Ιταλίας και Μονακό (δείτε και τεύχος 50 του περιοδικού «ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ SOS»). Σε κλειστές θάλασσες, όπως η Μεσόγειο, ένα πλαίσιο διεθνούς συνεργασίας είναι απαραίτητο και ουσιαστικό, όπως έχει δείξει και η εμπειρία του Προγράμματος του ΟΗΕ για το Περιβάλλον / Σχέδιο Μεσογειακής Δράσης (UNEP/MAP).

H διαχείριση θαλάσσιων περιοχών δεν μπορεί, επίσης, να γίνει αποκομμένα από τα χερσαία συστήματα, αφού η αλληλεπίδραση ξηράς – θάλασσας είναι αυτονόητη αλλά και οι διάφορες δραστηριότητες στο ένα οικοσύστημα επηρεάζουν ή μπορεί να επηρεάζουν και το άλλο.

Η παγκόσμια κατάσταση

Τα δίκτυα Θαλάσσιων Προστατεύομενων Περιοχών αποτελούν μέρος της λύσης αλλά όχι λύση από μόνα τους. Χρειάζεται να υπάρχουν, παράλληλα, πολιτικές για τη γενικότερη διαχείριση των θαλασσών.

Σήμερα, μόνο το 1% των ωκεανών προστατεύεται. Μέρος των μέτρων που απαιτούνται είναι, μια ολοένα και πιο επείγουσα διεθνής δραστηριοποίηση για να καθιερωθεί ένα παγκόσμιο σύστημα αντιπροσωπευτικών δικτύων Θαλάσσιων Προστατευμένων Περιοχών μέχρι το 2012. Αυτό το στόχο έθεσε η παγκόσμια κοινότητα το 2002 στο Γιοχάνεσμπουργκ, στην Παγκόσμια Σύνοδο Κορυφής των Ηνωμένων Εθνών για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη (WSSD). Η Παγκόσμια Επιτροπή για τις Θαλάσσιες Προστατευόμενες Περιοχές (ΠΕΘΠΠ), αν και χρειάζεται σημαντική ενίσχυση και συμμετοχή σε αυτήν περισσότερων περιοχών, προωθεί αυτό το στόχο. Προς το παρόν 4 από τις 18 περιφερειακές περιοχές στις οποίες χωρίζεται ο πλανήτης (δείτε σχετικό χάρτη) συμμετέχουν με έναν περιφεριακό συντονιστή.

Θαλάσσιες Προστατευόμενες Περιοχές στην Ιταλία

Το Ιταλικό δίκτυο Θαλάσσιων Προστατευόμενων Περιοχών περιλαμβάνει 29 Περιοχές σχετικές με τα θαλάσσια οικοσυστήματα, από τις οποίες οι 24 είναι Θαλάσσιες Προστατευόμενες Περιοχές, οι 2 είναι υποβρύχιες περιοχές με αρχαιολογικό ενδιαφέρον, μία είναι τριεθνές Θαλάσσιο Πάρκο καταφύγιο κητωδών (κοινή διαχείριση μαζί με τη Γαλλία και το Μονακό) και οι 2 είναι χερσαία εθνικά πάρκα με επέκταση σε θαλάσσια οικοσυστήματα.

Αυτές οι περιοχές που αντιστοιχούν συνολικά σε 640 χλμ της ακτής και 30.000.000 στρέμματα βυθού, περιλαμβάνουν το θαλάσσιο περιβάλλον όλης της υδάτινης στήλης, το βυθό και τις ακτογραμμές όπου τα φυσικά, γεωμορφολογικά και βιοχημικά τους χαρακτηριστικά έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Ιδιαίτερα σημαντική είναι η παράκτια και θαλάσσια χλωρίδα και πανίδα για την επιστημονική, οικολογική, πολιτιστική, εκπαιδευτική και οικονομική τους σημασία.

Η πολιτική διαχείρισης των Ιταλικών ΘΠΠ

Οι στόχοι που επιδιώκονται με τη θεσμοθέτηση Θαλάσσιων Προστατευόμενων Περιοχών είναι:
- Προστασία του παράκτιου και θαλάσσιου περιβάλλοντος, της βιολογικής και πολιτιστικής κληρονομιάς.
- Προστασία απειλούμενων ειδών και ευάλωτων οικοσυστημάτων, των τοπικών κοινωνιών και των ιστορικών και αρχαιολογικών χαρακτηριστικών της ξηράς και της θάλασσας.
- Προώθηση της εκπαίδευσης, της ευαισθητοποίησης και της επιστημονικής έρευνας.

Με αυτό το τρόπο μακροπρόθεσμα προωθούνται η τοπική βιώσιμη ανάπτυξη και οι ευκαιρίες απασχόλησης με το να παρέχεται υψηλής ποιότητας τουρισμός (πχ αλιευτικός οικολογικός τουρισμός), να προωθούνται τα παραδοσιακά τοπικά προϊόντα και να αναδεικνύονται οι πολιτιστικές παραδόσεις.

Παράλληλα, στο πλαίσιο της διαχείρισης δίνεται βάρος στην αειφορική χρήση των θαλάσσιων πόρων, στη συμμετοχή των τοπικών κοινοτήτων και των περιφερειακών αρχών και στην εφαρμογή συμμετοχικών διαδικασιών ανάμεσα σε φορείς με αντικρουόμενα συμφέροντα. Οι τοπικές κοινότητες και οι περιφερειακές αρχές είναι οι υπεύθυνες για:
- την επιλογή και το σχεδιασμό των Θαλάσσιων Προστατευόμενων Περιοχών,
- τη διαμόρφωση των διαφόρων ζωνών προστασίας (από την απόλυτη προστασία μέχρι τα λιγότερα αυστηρά μέτρα),
- τη διαχείριση και το δίκαιο μοίρασμα του οφέλους που προκύπτει από την αειφορική χρήση των φυσικών πόρων.

Η δημιουργία των Ιταλικών Θαλάσσιων Προστατευόμενων Περιοχών προσφέρει αυξανόμενη εμπειρία σχετικά με ολοκληρωμένες πολιτικές για τη θάλασσα, το θαλάσσιο σχεδιασμό και τη διαχείριση σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο. Η Ιταλία συμμετέχει και στο τριεθνές θαλάσσιο πάρκο RΑΜΟGE που είναι η πρώτη Μεσογειακή Διεθνής Θαλάσσια Προστατευόμενη Περιοχή, η οποία ιδρύθηκε για την προστασία των κητωδών. Δημιουργήθηκε και διαχειρίζεται από την Ιταλία, την Γαλλία και το Μονακό. Παρουσιάστηκε από την Σύμβαση για την Βιοποικιλότητα, σαν μία από τις τρεις υπάρχουσες εμπειρίες προστατευόμενων περιοχών στις ανοιχτές θάλασσες.

Η επιτυχία της στρατηγικής για την προώθηση των ΘΠΠ βασίζεται σε απλά, θετικά μηνύματα, στην ενημέρωση των πολιτών για τις ευκαιρίες που δημιουργούνται από την ύπαρξη μιας Θαλάσσιας Προστατευόμενης Περιοχής και την αυξανόμενη αξία που αποκτά η ευρύτερη περιοχή και τα προϊόντα της.

Το ιταλικό Υπουργείο Περιβάλλοντος παρέχει μία πλατφόρμα διαλόγου μεταξύ κεντρικής διοίκησης και τοπικών κοινοτήτων και αρχών. Ενθαρρύνει τους πολίτες να "σκέφτονται θετικά" μέσω της μετάδοσης θετικών μηνυμάτων και υλοποιεί ενημερωτικές εκστρατείες για τις ευκαιρίες που δημιουργούν οι ΘΠΠ για την τοπική ευημερία και βιωσιμότητα. Αλλά οι τοπικές αρχές και φορείς έχουν ουσιαστικό λόγο στη διαμόρφωση και διαχείριση των Θαλάσσιων Προστατευόμενων Περιοχών.

Η κατάσταση στην Ελλάδα: Απουσία βιώσιμης πολιτικής για τη θάλασσα

Η Ελλάδα δεν έχει μια επεξεργασμένη πολιτική διαμορφωμένη μέσα από διάλογο που θα ενσωματώνει τις αρχές της βιωσιμότητας στις πολιτικές της για τη θάλασσα, τις ακτές και την αλιεία. Είναι αναμενόμενο έτσι το ΥΠΕΧΩΔΕ να μην έχει δείξει το απαιτούμενο ενδιαφέρον ούτως ώστε να προτείνει οποιαδήποτε νέα θαλάσσια περιοχή προς ένταξη στο δίκτυο NATURA αλλά ούτε έχει αποδεχθεί προτάσεις για διάλογο από περιβαλλοντικές οργανώσεις όπως το Δίκτυο ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ SOS, η GREENPEACE, το WWF που έχουν δημόσια προτείνει νέες περιοχές. Δεν έχει αναπτυχθεί αξιόπιστο δίκτυο επιστημονικής και συστηματικής παρακολούθησης της κατάστασης των αλιευμάτων και έτσι απουσιάζουν τα αναλυτικά στοιχεία για τους πληθυσμούς των διαφόρων ειδών ψαριών που θα μπορούσαν να στηρίξουν αποφάσεις για μια βιώσιμη αλιευτική πολιτική. Όποια στοιχεία υπάρχουν είναι αποσπασματικά.

Συνήθως λαμβάνονται αποφάσεις στη βάση εξυπηρέτησης βραχυπρόθεσμων οπτικών και συμφερόντων ισχυρών ομάδων πίεσης αντί να διαμορφώνονται μακροχρόνιες στρατηγικές προστασίας και βιώσιμης διαχείρισης των θαλάσσιων πόρων και της παράκτιας ζώνης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η προσπάθεια προώθησης από το ΥΠΕΧΩΔΕ του απαράδεκτου σχεδίου Χωροταξικού για τον Τουρισμό

Χαρακτηριστικό παράδειγμα μιας καταστροφική πολιτικής για το θαλάσσιο οικοσύστημα είναι επίσης η υιοθέτηση ρυθμίσεων που ευνοούν τις καταστροφικές μορφές αλιείας σε αντίθεση με τον Κανονισμό για την Αλιεία 1967/2006 που θέτει τρεις βασικούς άξονες για την προστασία των αλιευμάτων και τη διατήρηση της αλιείας και στο μέλλον. Κάτι που έγινε με την έκδοση από τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (ΥΠΑΑ&Τα) κ Α. Κόντο, τον Μάρτιο 2008, της απόφασης με αριθμό 164198/03-03-2008 που επιτρέπει την αλιεία με μηχανότρατες με χρήση συρόμενων εργαλείων βυθού σε απόσταση 1 μιλίου από την ακτή, δηλαδή απόσταση μικρότερη από αυτήν που ορίζει η νομοθεσία (3 ν. μίλια). Η απόφαση αυτή δεν στηρίζεται σε οποιαδήποτε επιστημονική ανάλυση ή στοιχεία (που θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν μια «ελαστική» εφαρμογή του Κανονισμού) επιτείνοντας έτσι τη δραματική μείωση των ψαριών και τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι παράκτιες κοινότητες και οι 32.000 οικογένειες αλιέων που ζουν κυρίως σε νησιά και απομακρυσμένες παράκτιες περιοχές!

Όπως έχει επισημανθεί και από την ΕΕ η απόφαση αυτή έρχεται σε αντίθεση με τον ευρωπαϊκό Κανονισμό. Οι περιβαλλοντικές οργανώσεις – μεταξύ των οποίων και το Δίκτυο ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ SOS - στήριξαν τις κινητοποιήσεις των παράκτιων ψαράδων που ξεκίνησαν λίγους μήνες μετά την Υπουργική Απόφαση με στόχο την ανάκλησή της. Το Δίκτυο ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ SOS ζήτησε όχι απλώς να αποσυρθεί η συγκεκριμένη ρύθμιση αλλά να προχωρήσει η ουσιαστική εφαρμογή του Ευρωπαϊκού Κανονισμού για την Αλιεία μέσα από τον διάλογο. Ο Υπουργός αν και υποσχέθηκε ότι θα απέσυρε την απόφαση μέσα σε 15 μέρες, δεν έκανε τίποτα μέχρι το τέλος του 2008, 8 ολόκληρους μήνες μετά!

Στην οριακή κατάσταση που έχει φτάσει τόσο η θαλάσσια βιοποικιλότητα όσο και το επάγγελμα του παράκτιου ψαρά, είναι η ώρα για μια κοινή προσπάθεια παράκτιων ψαράδων, περιβαλλοντικών οργανώσεων και κοινωνίας των πολιτών για να προωθηθεί στη χώρα μας μια σοβαρή πολιτική που να περιλαμβάνει δεσμεύσεις και δέσμη μέτρων για βιώσιμη αλιεία και προστασία της θαλάσσιας βιοποικιλότητας. Στο πλαίσιο μιας τέτοιας πολιτικής σημαντικό εργαλείο είναι η δημιουργία μέσα από διάλογο ενός δικτύου θαλάσσιων προστατευόμενων περιοχών στις θάλασσες μας και σε συνεργασία με γειτονικές χώρες δίκτυο τέτοιων περιοχών στην Α. Μεσόγειο.

Συνοπτικά οι θέσεις του Δικτύου ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ SOS είναι:
- Η αλιεία με μηχανότρατες θα πρέπει να σταματήσει, μεταβατικά θα πρέπει να ισχύσει η απαγόρευση αλιείας σε απόσταση μικρότερη των 3 ναυτικών μιλίων από τις ακτές.
- Διαχείριση των αλιευτικών δραστηριοτήτων και της δυναμικότητας των αλιευτικών σκαφών, αξιοποιώντας τον Κώδικα Καλών Πρακτικών για την Υπεύθυνη Αλιεία, με μέτρα όπως περιορισμός των αδειών αλιείας, καθορισμός μάξιμουμ ημερών αλιείας για κάθε σκάφος, προσδιορισμός των μεθόδων ερασιτεχνικής αλιείας που είναι συμβατός με την επανάκαμψη των αλιευμάτων.
-Επανεξέταση των εργαλείων και των περιοχών αλιείας με βάση επιστημονικές έρευνες καθώς κι αξιολόγηση των δεδομένων από την καταγραφή των ειδών που αλιεύονται κάθε χρόνο και την κατάσταση των πληθυσμών των ψαριών σε κάθε περιοχή.
-Καθορισμός θαλάσσιων προστατευόμενων περιοχών όπου μέσω περιορισμών και απαγορεύσεων στην αλιεία θα αναπαράγονται οι πληθυσμοί ψαριών με στόχο να επανέλθει η θαλάσσια βιοποικιλότητα στα κανονικά της επίπεδα
- Παρακολούθηση, συλλογή επιστημονικών δεδομένων και στοιχείων, επίβλεψη.


Πρωτοβουλίες του Δικτύου ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ SOS για θαλάσσιες προστατευόμενες περιοχές

Το Δίκτυο ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ SOS έχει δώσει τα τελευταία χρόνια έμφαση στη προστασία και βιώσιμη διαχείριση μερικών παράκτιων και θαλάσσιων φυσικών περιοχών, μεταξύ των οποίων είναι η λιμνοθάλασσα Μεσολογγίου-Αιτωλικού, ο Βόρειος Ευβοϊκός και η θαλάσσια περιοχή μεταξύ των νησιών Μήλου, Σίφνου, Πάρου και Νάξου που περιλαμβάνει 7 περιοχές NATURA που επεκτείνονται όχι μόνο στην ξηρά αλλά και στη θάλασσα.

Για την από κοινού βιώσιμη διαχείριση των 7 περιοχών NATURA που υπάρχουν στα 4 νησιά και περιλαμβάνουν θαλάσσια τμήματα, τo Δίκτυο ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ SOS και οι Δήμοι Σίφνου, Πάρου, Δρυμαλίας και Μήλου, η Δασική Υπηρεσία Κυκλάδων, το Ινστιτούτο Αιγαίου, η ΑΡΙΑΔΝΗ Αναπτυξιακή και η Ευρωπαϊκή Ένωση για τη Διατήρηση των Ακτών (EUCC) έχουν υποβάλει πρόταση στο πρόγραμμα LIFE+ Nature.

Το Δίκτυο ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ SOS έχει για πάνω από μια δεκαετία δουλέψει για τη δημιουργία ενός πάρκου οικολογικά βιώσιμης ανάπτυξης για όλη την περιοχή του Β. Ευβοϊκού. Μέσα από αρκετές συζητήσεις και συνεργασίες που έχουν αναπτυχθεί τα τελευταία χρόνια, με πρωτοβουλία του Δικτύου ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ SOS και της Ένωσης Λιμνίων, έχει διαμορφωθεί σημαντική συναίνεση αρκετών φορέων για ένα μοντέλο βιώσιμης ανάπτυξης του Βόρειου Ευβοϊκού στο πρότυπο των θαλάσσιων προστατευόμενων περιοχών με διάφορες ζώνες διαχείρισης (θαλάσσια καταφύγια). Ο Β. Ευβοϊκός διέθετε μια εξαιρετικά σημαντική βιοποικιλότητα που τώρα έχει μειωθεί δραματικά χωρίς να αναλαμβάνονται πρωτοβουλίες για να αντιμετωπιστεί αυτή η κατάσταση. Ενδεικτικά είναι τα στοιχεία για τη μείωση των αλιευτικών προϊόντων που παρουσίασε ο κ. Σταύρος Τσελάς, από τη Διεύθυνση Αλιείας της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Ευβοίας σε ημερίδα - τελευταία στη σειρά πολυάριθμων εκδηλώσεων που έχουν οργανωθεί από το Δίκτυο ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ SOS. Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά, η μείωση της αλιευτικής παραγωγής στον Ευβοϊκό είναι μεγαλύτερη από το μέσο όρο που αντιστοιχεί στη συνολική ελληνική παραγωγή. Η αλιευτική παραγωγή του Ευβοϊκού Κόλπου το 1991 αντιπροσώπευε το 9% της ελληνικής παραγωγής, ενώ σήμερα μόλις το 4%.

Το Δίκτυο ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ SOS έχει καταθέσει προτάσεις για τη δημιουργία ενός πάρκου βιώσιμης ανάπτυξης που να περιλαμβάνει ολόκληρο το Β. Ευβοϊκό. Μέσα από διάλογο με ερευνητικά κέντρα, τοπικούς φορείς, περιβαλλοντικές οργανώσεις και τους παράκτιους ψαράδες θα πρέπει να δημιουργηθούν ζώνες όπου θα απαγορεύεται η αλιεία για κάποια διαστήματα, ζώνες όπου θα επιτρέπεται με πιο αυστηρή φύλαξη η επιλεκτική αλιεία, ενώ σε ολόκληρο τον Β. Ευβοϊκό μέχρι τον Παγασητικό δεν θα πρέπει να ψαρεύουν συρόμενα εργαλεία βυθού. Χρειάζεται να υιοθετηθούν διαχειριστικά μέτρα για τους χώρους φυσικής αναπαραγωγής των ψαριών, όπως οι ύφαλοι, τα λιβάδια Ποσειδωνίας, όπου θα δίνεται με φυσικό τρόπο η ευκαιρία στα θαλάσσια είδη να αναπαράγονται και να γίνεται σωστή διαχείριση του θαλάσσιου περιβάλλοντος. Τέλος θα πρέπει να δοθούν κίνητρα για τη δημιουργία συμπληρωματικών εισοδημάτων για τους παράκτιους ψαράδες μέσω της φύλαξης της περιοχής και της ανάπτυξης του «αλιευτικού τουρισμού» που θα εκπληρώνει ταυτόχρονα και σκοπούς ξενάγησης και εκπαίδευσης-ευαισθητοποίησης σε θέματα προστασίας των θαλασσών.

Μια τέτοια πολιτική για το Β. Ευβοϊκό χρειάζεται βέβαια, ολοκληρωμένες πολιτικές και σχέδιο δράσης, κατάλληλη εκπαίδευση, συνεργασία με την επιστημονική κοινότητα, οικονομικά εργαλεία και μηχανισμούς εφαρμογής και ελέγχου των ρυθμίσεων. Το σημαντικό είναι ότι οι παράκτιοι ψαράδες και μεγάλο μέρος της τοπικής κοινωνίας έχει συνειδητοποιήσει αυτή την ανάγκη. Το πρόβλημα είναι ότι παρά τις δεκάδες εκδηλώσεις, καμπάνιες με σκάφος, ημερίδες, εκδόσεις και συναντήσεις εδώ και μια δεκαετία τουλάχιστον δεν υπάρχει ανταπόκριση από τους θεσμικούς φορείς (ΥΠΕΧΩΔΕ, Δ/νση Γεωργίας, Νομαρχία) για να αξιοποιηθούν οι προβλέψεις της ευρωπαϊκής πολιτικής για τις θαλάσσιες προστατευόμενες περιοχές. Ίσως αυτό οφείλεται στο ότι ακόμα δεν έχει δημιουργηθεί μέσα στις τοπικές κοινωνίες και στους φορείς της περιοχής εκείνη η δυναμική που θα επιτρέψει να διεκδικήσουν την υλοποίηση ενός σχεδίου βιώσιμης ανάπτυξης, συντονισμένα και οργανωμένα. Θα πρέπει να υπάρχει πίεση από την τοπική κοινωνία ώστε να υπάρξουν τα εργαλεία εφαρμογής πολιτικών προκειμένου να προωθηθεί αυτή η ανάπτυξη.

Η ζημιά που γίνεται δεν αφορά μόνο στο θαλάσσιο περιβάλλον αλλά και στην οικονομική και κοινωνική ευημερία της ευρύτερης περιοχής. Σήμερα, ανάπτυξη μπορεί να είναι η προστασία και η βιώσιμη διαχείριση των φυσικών πόρων μιας περιοχής. Η Εύβοια στηρίχτηκε στο παλιό μοντέλο, της βιομηχανικής ανάπτυξης χωρίς προστασία του περιβάλλοντος, το οποίο κατέρρευσε πλήρως. Τώρα έχει τη ευκαιρία να στηριχτεί σε ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης, βασισμένο στην προστασία και διαχείριση των φυσικών περιοχών της στην ξηρά και τη θάλασσα, των δασών, κλπ. Είναι πάρα πολύ σημαντικό να προστατευτεί το περιβάλλον μέσα από την οικονομική δραστηριότητα, δηλαδή να επιλεχθούν αυτές οι δραστηριότητες που είναι συμβατές με το περιβάλλον.

Τί είναι ο θαλάσσιος οικο-τουρισμός; Παραδείγματα από την Ευρώπη

Τα τελευταία χρόνια οι όλο και περισσότεροι τουρίστες στρέφονται σε μία ιδιαίτερη μορφή οικοτουρισμού γνωστή ως θαλάσσιος οικοτουρισμός. Η παρατήρηση φαλαινών και δελφινιών είναι μία από τις δραστηριότητες που εντάσσονται σε αυτό το είδος τουρισμού. Οι φάλαινες και τα δελφίνια έχουν γίνει σημαντικά σύμβολα του περιβαλλοντικού κινήματος και η παρατήρηση κητωδών υπολογίζεται ότι αντιστοιχεί σε ποσοστό 10% του τουρισμού ετησίως, σύμφωνα με έρευνα που διεξάγεται για το Whale and Dolphin Conservation Society, UK.

Το 1998, 300 κοινότητες σε όλο τον κόσμο φιλοξένησαν 6 εκατομμύρια παρατηρητές φαλαινών, με ένα κύκλο εργασιών περίπου 500 εκατομμύρια ευρώ. Σύμφωνα με την έρευνα μέρος μόνο από αυτό το εισόδημα, παραμένει στις τοπικές κοινότητες και μέρος μόνο του τουρισμού αυτού του είδους είναι γνήσιος βιώσιμος οικοτουρισμός. Γι αυτό απαιτούνται ξεκάθαροι κανόνες για την ανάπτυξη αυτού του είδους θαλάσσιου οικοτουρισμού. Από την άλλη υπάρχουν και άλλες μορφές θαλάσσιου οικοτουρισμού (π.χ. ξεναγήσεις σε θαλάσσιες περιοχές και στο βυθό) που δεν περιλαμβάνουν την παρατήρηση φαλαινών και δελφινιών.

Αυτοί οι αριθμοί, επομένως, δίνουν μια αρχική ιδέα του μεγέθους και του αναπτυξιακού δυναμικού της παγκόσμιας αγοράς θαλάσσιου οικοτουρισμού.

Οι θαλάσσιες οικοτουριστικές δραστηριότητες βασίζονται τόσο στο νερό όσο και στη στεριά ή και τα δύο. Μπορούν να γίνονται οργανωμένα ή ατομικά. Μπορούν να αποτελέσουν τη βάση εξειδικευμένων διακοπών ή να είναι απλά ένα στοιχείο συμβατικών διακοπών. Τα παραδείγματα των δραστηριοτήτων που θα μπορούσαν να ανήκουν στο θαλάσσιο οικοτουρισμό περιλαμβάνουν: παρατήρηση φαλαινών, δελφινιών, καρχαριών, φώκιας και άλλων θαλάσσιων ζώων και θαλάσσιων πτηνών, κατάδυση και κολύμβηση με αναπνευστήρα, επίσκεψη αξιοθέατων της φύσης με βάρκα ή υποβρύχιο, περίπατος σε παράκτια μονοπάτια και επίσκεψη και κέντρα θαλάσσιας ζωής. Για το αν τέτοιες δραστηριότητες θεωρούνται πράγματι θαλάσσιος οικοτουρισμός εξαρτάται από τον τρόπο με τον οποίο προγραμματίζονται, ρυθμίζονται και «πωλούνται». Για να μην μετατραπούν σε ένα καταστροφικό για τα ευαίσθητα είδη και οικοσυστήματα μοντέλο τουρισμού, είναι απαραίτητο να υιοθετούνται συγκεκριμένοι κανόνες βάσει των οποίων αναπτύσσονται (τρόποι προσέγγισης, απόσταση, όρια επισκέψεων, μέσα συμβατά με την προστασία των ειδών, περιβαλλοντική συμπεριφορά επισκεπτών, δράσεις αποκατάστασης κα).

Ο θαλάσσιος οικοτουρισμός είναι μια δραστηριότητα που φέρνει τους ανθρώπους σε επαφή με το φυσικό περιβάλλον, διακινδυνεύοντας να το επιβαρύνει. Οι δραστηριότητες παρατήρησης φαλαινών από βάρκες με μηχανές μπορούν, παραδείγματος χάριν, να έχουν ως επίδραση τη διατάραξη των προς παρατήρηση ζώων όντας σε κρίσιμα σημεία του κύκλου ζωής τους (π.χ. ζευγαρώνοντας ή θηλάζοντας νεογνά). Αυτό μπορεί στη συνέχεια να απειλήσει τη βιολογική βιωσιμότητα του πληθυσμού των ζώων.

Ο θαλάσσιος οικοτουρισμός εφόσον αναπτύσσεται με κανόνες μπορεί να επηρεάσει θετικά και το φυσικό περιβάλλον, παραδείγματος χάριν με το να βρίσκονται κεφάλαια που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την προστασία του περιβάλλοντος, με την παροχή οικονομικών εναλλακτικών λύσεων για δραστηριότητες που υποβαθμίζουν το φυσικό περιβάλλον, με τη δημιουργία επαγγελμάτων που φροντίζουν το περιβάλλον και παρακολουθούν τις όποιες αρνητικές επιδράσεις και δραστηριότητες (π.χ. παρεμπόδιση παράνομης αλιείας, έγκαιρη διαπίστωση τυχόν αρνητικών επιδράσεων από δραστηριότητες, φύλαξη περιοχών, φυσικών πόρων και αρχαιολογικού πλούτου) και ευρύτερα με το να γίνονται δράσεις οικολογικής ευαισθητοποίησης και ενημέρωσης.

Η εμπειρία έχει δείξει ότι για να διαδραματίσει ο θαλάσσιος οικοτουρισμός αυτόν τον θετικό ρόλο αποτελεσματικά, πρέπει να αναπτυχθεί και να προωθηθεί μέσα σε ένα πλαίσιο προγραμματισμού, που εξασφαλίζει ότι η εφαρμογή του οικοτουρισμού είναι συμβατή με τις αρχές της βιωσιμότητας. Ο θαλάσσιος οικοτουρισμός που δεν ακολουθεί βιώσιμες πρακτικές, μπορεί να κάνει περισσότερη ζημιά από ότι καλό. Η τοπική συμμετοχή στον προγραμματισμό και τη διαχείρισή του, καθώς επίσης και η συνεργασία των συμμετεχόντων θα εξασφαλίσουν ότι ο οικοτουρισμός ωφελεί τους τοπικούς ανθρώπους οικονομικά αλλά και σε άλλους τομείς (επικοινωνία με άλλους πολιτισμούς, μεταφορά εμπειριών, ανάπτυξη νέων δεξιοτήτων, ενδυνάμωση και άλλων δραστηριοτήτων τοπικών κοινωνιών κα).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου